Μέρος Α'
Στο προηγούμενο μέρος είδαμε το ιστορικό πλαίσιο μέσα στο οποίο δημιουργήθηκε η πρώτη Βυζαντινή “Αναγέννηση”
(1).
Διευκρινίσαμε ότι η ελληνική παιδεία υπήρξε πάντα ζωντανή μέσα στα 1100
χρόνια της Αυτοκρατορίας. Είδαμε πως οι αρχαίοι Έλληνες συγγραφείς
διδάσκονταν, μελετούνταν και αντιγράφονταν αδιαλείπτως στα Βυζαντινά
σχολεία και Πανεπιστήμια ενώ από τον 8ο αιώνα ο πολιτισμικός
ανταγωνισμός με το επελαύνον Ισλάμ και η προσπάθεια διατήρησης του
κέντρου μελέτης και αναπαραγωγής της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας στο
Χριστιανικό κόσμο, πυροδότησε έναν οργασμό πνευματικής δημιουργίας και
φιλοσοφικής μελέτης, αναδεικνύοντας μεγάλες μορφές του πνεύματος.
Ξεκαθαρίσαμε ότι η Ευρώπη δεν χρωστά την επαφή της με την αρχαία
ελληνική γραμματεία στο Ισλάμ αλλά στο Βυζάντιο και υποσχεθήκαμε να
ανιχνεύσουμε τα φιλοσοφικά διδάγματα αυτής της ξεχασμένης Ευρωπαϊκής
“Αναγέννησης” και το κατά πόσον οι παραδοσιοκράτες Βυζαντινοί φιλόσοφοι
έχουν να δώσουν πνευματικά ερείσματα στα σύγχρονα κινήματα του
Ταυτοτισμού, της παραδοσιοκρατίας ή στην αναζήτηση της Τέταρτης
Πολιτικής Θεωρίας.
Πάμε να δούμε λίγο πιο αναλυτικά κάποιες από τις φιλοσοφικές απόψεις,
μερικών εκ των κορυφαίων μορφών αυτής της περιόδου, που θεμελίωσαν την
πνευματική ταυτότητα των δύο Βυζαντινών “Αναγεννήσεων”.
Φιλοσοφικές τάσεις και αντιλήψεις
Μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι αντιλήψεις του Φωτίου, ο οποίος τόσο
ως φιλόσοφος όσο και ως θεολόγος ασχολήθηκε επιμελώς με την έρευνα πάνω
στα αρχαία φιλοσοφικά ρεύματα. Η ευρυμάθειά του ήταν ξακουστή, σε μία
εποχή που ένας καθηγητής του Πανεπιστημίου της Κωνσταντινούπολης
μπορούσε να έχει πρόσβαση σε τουλάχιστον διπλάσια κείμενα της αρχαίας
ελληνικής γραμματείας, από αυτά τα οποία έχουν σωθεί μέχρι σήμερα.
Οι φιλοσοφικές του απόψεις αλιεύονται διάσπαρτες στο τεράστιο συγγραφικό
του έργο, όμως το βιβλίο στο οποίο συγκεντρώνονται σε μεγαλύτερο βαθμό
είναι τα “Αμφιλόχια”. Εκεί αναλύει θέματα που αφορούν στην Αγία Γραφή
αλλά και φιλοσοφικά, ιατρικά, φυσικά και ιστορικά ζητήματα. Ιδιαίτερο
ενδιαφέρον έχει η προτίμησή του σε φιλοσοφικά ζητήματα που αφορούν στο
γένος, στο είδος και στις κατηγορίες των όντων. Ο Φώτιος θέτει το
δυσεπίλυτο φιλοσοφικό πρόβλημα ονοματοκρατίας και πραγματοκρατίας
(νομιναλισμού και ρεαλισμού) που θα τεθεί δύο αιώνες αργότερα στην Δύση
από τους Σαμπώ και Ροσκελίνο και θα ταλαιπωρήσει ιδιαίτερα τους
σχολαστικούς φιλοσόφους.
Δίνει εξ αρχής στο ζήτημα την εξής συμβιβαστική λύση:
“Α. Παρατήρησε ότι τα γένη και τα είδη των όντων έχουν μια ιδιαίτερη
μορφή ύπαρξης (εδώ αποφεύγει την ονοματοκρατία που υποστήριζε οτι δεν
έχουν καμιά οντολογική ύπαρξη παρά είναι απλώς ονόματα)
Β. Παράλληλα, όμως, υποστηρίζει οτι δεν έχουν τα γένη και τα είδη των
όντων την ίδιας μορφής ύπαρξη, κατά τον ίδιο τρόπο όπως τα όντα που
περιγράφουν (αυτή την θέση υποστηρίζουν οι πραγματοκράτες). Δηλαδή αν
πάρουμε για παράδειγμα τον άνθρωπο, αυτός υπάρχει ως συγκεκριμένος
άνθρωπος (Πέτρος, Παύλος, Ιωσήφ), αλλά παράλληλα υπάρχει και ως
άνθρωπος, Έλληνας, Ιουδαίος κ.α. Το γένος και το είδος έτσι αποκτούν μια
ύπαρξη που δεν είναι απλώς μία κατ' όνομα, αλλά έχει και μία ανεξάρτητη
από το όνομα ύπαρξη που αναφέρεται σε ομάδες όντων που υπάρχουν (ως
ομάδες όντων, ανεξάρτητα από το πως ονομάζονται).
Γ. Κατ' αυτό τον τρόπο πιστοποιεί οτι τα συγκεκριμένα όντα – μέλη των
ομάδων (ο Έλληνας Παύλος, ο Γερμανός Πέτρος κ.α.) υπάρχουν. Η ύπαρξη
δηλαδή των γενών και ειδών δεν μπορεί να αμφισβητηθεί, όπως δεν μπορεί
να αμφισβητηθεί η ύπαρξη ενός συγκεκριμένου προσώπου ή πράγματος (το
οποίο είναι μέλος μιας ομάδος ή είδους και κατηγοριοποιείται
οντολογικά). Παράλληλα, όμως, το γένος ή είδος διαφέρει από αυτά που
περιγράφει γιατί δεν έχει ύλη και τις χωροχρονικές διαστάσεις που
διαθέτουν τα υλικά πράγματα.” (Κ Αθανασόπουλος: “Βυζαντινός και Δυτικός
κόσμος: Συγκλίσεις και αποκλίσεις” Ελληνικό Ανοιχτό Πανεπιστήμιο).
Στις προσεγγίσεις του δείχνει σαφή προτίμηση στην Αριστοτελική θεωρία
και είναι φανερά επηρεασμένος από τους Στωικούς. Επιχειρήματά του θα
χρησιμοποιηθούν κατά κόρον από τους Αριστοτελιστές φιλοσόφους του
Βυζαντίου στις φιλοσοφικές συζητήσεις με κορυφαίους Πλατωνιστές σαν τον
Μιχαήλ Ψελλό.
Ο Μιχαήλ Ψελλός, παρότι ως επικεφαλής της φιλοσοφικής σχολής του
Πανδιδακτηρίου